"Περιμένοντας τον Γκοντό"; Σκέψεις και προβληματισμοί με αφορμή την πρότυπη δίκη της ΑΔΕΔΥ στο ΣτΕ για το 13ο-14ο μισθό




Της Μαργαρίτας Κουτσανέλλου

Σχεδόν δώδεκα χρόνια έχουν περάσει από την τελευταία φορά που οι εργαζόμενοι του δημόσιου τομέα θυμούνται τον εαυτό τους να περνά τις μεγάλες γιορτές του χρόνου και τις μέρες της καλοκαιρινής ανάπαυλας, χωρίς το πνιγηρό αίσθημα της μελαγχολίας που προκαλούν οι άδειες τσέπες και τα στεγνά πορτοφόλια. Δώδεκα χρόνια από τότε που ένα βασικό μέρος του εισοδήματός τους, ο 13ος και 14ος μισθός (και αναλόγως η 13η και 14η σύνταξη για τους συνταξιούχους), απαλλοτριώθηκε ληστρικά από το Κράτος με τη ψήφο και τις υπογραφές ενός αδίστακτου πολιτικού προσωπικού από όλο το φάσμα των αστικών κομμάτων, με ή χωρίς φιλεργατικούς φερετζέδες.

Αν και ουδέποτε οι εργαζόμενοι του δημόσιου τομέα δεν χώνεψαν αυτό το πετσόκομμα του εισοδήματος και της αξιοπρέπειας τους, το αίτημα για επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού στο Δημόσιο έχει αναζωπυρωθεί την τελευταία περίοδο, ανεβαίνοντας στην ατζέντα των εργατικών διεκδικήσεων. Βοήθησε σε αυτό το γενικότερο μεγάλο στρίμωγμα που έχει πέσει στα οικονομικά των νοικοκυριών, αλλά και το γεγονός ότι το αφήγημα της εξόδου από τα μνημόνια, είναι μια καραμέλα που την κερνάνε συστηματικά οι κυβερνήσεις από το 2018 μετά, οπότε ήταν αναμενόμενο να σηκώσουν το γάντι οι εργαζόμενοι και να ζητήσουν μερτικό από την ευημερία των αριθμών.

Δεν έχουμε βέβαια ακόμα δει κάποια σοβαρή αγωνιστική/απεργιακή προσπάθεια, ανάλογη του συλλογικού, ευσεβούς και συνάμα φλογερού πόθου των δημοσίων υπαλλήλων για επαναφορά των επιδομάτων εορτών και άδειας.

Και όσο τα δημοσιεύματα που αναπαράγουν την είδηση για την πρότυπη δίκη της ΑΔΕΔΥ στο ΣτΕ πληθαίνουν, τόσο φουντώνει η προσδοκία μεταξύ πολλών εργαζόμενων, ότι τα δικαστήρια θα αποδώσουν επιτέλους την (ταξική) δικαιοσύνη και οι εργαζόμενοι θα φύγουν από τα δικαστήρια με τις τσέπες γεμάτες.

Και εδώ αρχίζουν οι προβληματισμοί όλων όσοι έχουμε επανειλημμένως ζήσει την απογοήτευση που διασπείρεται από την κατάληξη ανάλογων δικαστικών αγώνων.  Νομικοί αγώνες οι οποίοι κερδίζονται προς στιγμή ή μόνο στα λόγια (οι αποφάσεις παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ανεκτέλεστες), ενώ η όλη διαδικασία έχει επιφέρει εν τω μεταξύ, και αποπροσανατολισμό στη συνείδηση και αναβολή ή παραίτηση από  πραγματικά αποτελεσματικούς αγώνες, ακόμα και οικονομική εκμετάλλευση και πολλά ακόμα.

Σε καμία περίπτωση οι παραπάνω διαπιστώσεις δεν κατατείνουν στην ολοσχερή απόρριψη των νομικών αγώνων με αντικείμενο οικονομικά αιτήματα, ως μάταιων ή βλαπτικών. Ενίοτε παρέχουν πράγματι και ως ένα βαθμό, προστασία στους προσφεύγοντες. Σε τελευταία ανάλυση επιτυγχάνουν την επικοινωνιακή αναβάθμιση ενός καθολικού εργατικού αιτήματος, όπως εν προκειμένω, η πρότυπη δίκη της ΑΔΕΔΥ στο ΣτΕ. Από την άλλη μεριά, είναι τόσο εύκολο με αυτή την τακτική, να αμβλυνθεί η διάθεση κάποιου να περάσει στη δράση και δη την αγωνιστική, ώστε δεν είναι καθόλου σπάνιο, η νομική οδός για τη διεκδίκηση των εργατικών δικαίων να εργαλειοποιείται από τις συνδικαλιστικές δυνάμεις του συμβιβασμού και της προσαρμογής, για να λειτουργήσει ως βαλβίδα εκτόνωσης σε μία κοινωνία εν βρασμώ, που πνίγεται από τα αδιέξοδα επιβίωσης.

Ποιος αλήθεια, που έχει αντιληφθεί την πολιτική βάση πάνω στην οποία απαρέγκλιτα αναπτύσσεται η προσωπική ζωή και εμπειρία καθενός μας, και τον καθοριστικό τρόπο που διαμορφώνεται αυτή, από τις πολιτικές αποφάσεις που παίρνονται και τον αφορούν, μπορεί να πειστεί ότι το βιοποριστικό και όχι μόνο, πρόβλημα της ζωής του εν τέλει, θα του το λύσει ένα δικαστήριο και μάλιστα αποτελούμενο από πρόσωπα που είναι γνωστό ότι επιλέγονται με τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η πίστη και η υποταγή τους σε ένα σύστημα (αστικό) με εντελώς αντίθετα από τον εργαζόμενο συμφέροντα;

Πολλές φορές η ανθρώπινη εμπειρία έχει δείξει ότι η επιθυμία μας είναι δυνατότερη από τη λογική μας. Τι πιο επιθυμητό λοιπόν, από το να είναι ένας δικαστής αυτός που θα μας επαναφέρει στην «κανονικότητα» των 14 μισθών που νοσταλγούμε, κι εμείς καθισμένοι από κάτω στην αίθουσα, να χειροκροτάμε ενθουσιασμένοι, όταν μας ανακοινώσει ότι μπορούμε να έχουμε πλέον πίσω τα τόσο ποθητά και αναγκαία επιδόματα, που μας στέρησαν με τόση βία. Η πραγματικότητα όμως επανειλημμένως μας έχει διδάξει στο θέμα των νομικών αγώνων για την ικανοποίηση εργατικών διεκδικήσεων, ότι ο κανόνας είναι να καταλήγουν αναποτελεσματικοί και μάταιοι. Ξεκινά ένα πυρετώδες κυνήγι εργατικής δικαίωσης, μόνο που αντί τα χέρια μας να είναι σηκωμένα σε γροθιά, όπως θα έπρεπε (καθώς καλά γνωρίζουμε ότι έτσι μόνο κατακτήθηκε ό,τι σήμερα έχουμε) τα χέρια μας είναι χωμένα βαθιά στη  τσέπη για να πληρώνουν τους νομικούς αγώνες και γεμάτα χαρτούρα που εξηγεί στο δικαστή τα παράπονά μας.

Άπειρα είναι τα παραδείγματα στα οποία μία δικαστική νίκη αρχικά, θέτει σε λειτουργία τη βιομηχανία δικών (με ό,τι αυτό σημαίνει από άποψη εντυπώσεων και από άποψη κερδοσκοπίας) και τελικά μία απόφαση σε ανώτατο επίπεδο κλείνει τη συζήτηση προς το συμφέρον του Κράτους και των εργοδοτών, απλά και μόνο γιατί ο δικαστής είναι δικός τους και το παιχνίδι στημένο (πχ επίδομα 176 ευρώ, επιδόματα εορτών και άδειας, επίδομα ανθυγιεινής εργασίας και πολλά άλλα).

Και μια και ο λόγος αυτή την περίοδο αφορά στην πρότυπη δίκη της ΑΔΕΔΥ στο ΣτΕ, ας θυμηθούμε μερικές πιλοτικές αποφάσεις, οι οποίες δικαίωσαν μεν τους προσφεύγοντες, έμειναν όμως στα χαρτιά, καθώς η Κυβέρνηση, αν και άμεσα εκτελεστές, ουδέποτε τις εφάρμοσε ή τις εφάρμοσε κουτσουρεμένες ή - και κρατήστε αυτό - με νέα νομοθετήματα επανέφερε την κατάσταση όπου ήθελε, εξουδετερώνοντας τα δεδικασμένα. Εν ολίγοις, ο πρώτος και ο τελευταίος λόγος ανήκει στις πολιτικές αποφάσεις και με αυτές μόνο έχουμε να κάνουμε.

 1. Επιστροφή αναδρομικών συνταξιούχων (2015, 2020)

Το ΣτΕ έκρινε αντισυνταγματικές τις περικοπές στις συντάξεις που επιβλήθηκαν το 2012. Ωστόσο, η κυβέρνηση επέστρεψε αναδρομικά μόνο για το διάστημα 11 μηνών (Ιούνιος 2015 – Μάιος 2016), αγνοώντας τα ποσά που αφορούσαν προηγούμενα ή επόμενα έτη. Νέα νομοθετήματα (Κατρούγκαλος) και νέες αποφάσεις αναίρεσαν τις προηγούμενες.

2. Μνημονιακές περικοπές στους μισθούς των ενστόλων (2014)

Το ΣτΕ έκρινε ότι οι περικοπές στους μισθούς των ενστόλων (στρατιωτικοί, αστυνομικοί κ.λπ.) ήταν αντισυνταγματικές. Παρότι η κυβέρνηση όφειλε να επαναφέρει τους μισθούς και να καταβάλει αναδρομικά, η συμμόρφωση ήταν μερική και περιορισμένη.

3. Αντισυνταγματικότητα του ΕΝΦΙΑ (2019)

Το ΣτΕ είχε επισημάνει ότι ο ΕΝΦΙΑ, σε κάποιες περιπτώσεις, δεν υπολογίζεται με βάση τις πραγματικές αξίες των ακινήτων, αλλά η φορολόγηση συνεχίστηκε χωρίς ουσιαστικές αλλαγές.

4. Συμμετοχή δαπάνης για φάρμακα από συνταξιούχους ΕΟΠΥΥ (2018)

Το ΣτΕ ακύρωσε τις αποφάσεις που όριζαν αυξημένη συμμετοχή συνταξιούχων στα φάρμακα, αλλά η απόφαση δεν εφαρμόστηκε ποτέ πλήρως.

Έτσι έχουν τα πράγματα λοιπόν και κανείς δεν υποτιμά το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή η προσοχή όλων είναι στραμμένη στις 6 Ιουνίου, οπότε θα πραγματοποιηθεί η πρότυπη δίκη. Όμως καλό θα ήταν να συνειδητοποιήσουμε ότι αν θέλουμε να επανέλθει ο 13ος και 14ος μισθός στο εισόδημά μας και να αυξήσουμε τους μισθούς μας, είναι μονόδρομος να περάσουμε σε αγωνιστική και απεργιακή δράση με τα σωματεία μας. Ούτε απόφαση του ΣτΕ να περιμένουμε, ούτε του Άρειου Πάγου, ούτε κανενός, καθώς το πιο πιθανό είναι ότι ακόμα κι αν βγουν θετικές, θα μας έχει βγει η ψυχή μέχρι να βγουν και αν εκτελεστούν ποτέ.

Όπως έγινε για παράδειγμα στην περίπτωση των γιατρών του ΕΣΥ, όπου  «με αλλεπάλληλες δικαστικές αποφάσεις Πρωτοδικείων, Εφετείων, όπως και σχετικές αποφάσεις της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ήδη από το 2014, και της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ήδη από το 2018, όλες τους κρίνουν τις μισθολογικές απώλειες των γιατρών αντισυνταγματικές και υποχρεώνουν την Πολιτεία να επαναφέρει το μισθολόγιο του 2012. Στην πραγματικότητα όμως ουδέποτε συμμορφώθηκε με τις δικαστικές αποφάσεις, γι’ αυτό και οι γιατροί, αφού έχουν εξαντλήσει κάθε εγχώριο ένδικο μέσο, έχουν προσφύγει, μέσω της ΟΕΝΓΕ, εδώ και χρόνια στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ), προκειμένου να βάλουν ανάχωμα στους περικομμένους μισθούς που επήλθαν με τις μνημονιακές πολιτικές.

Ωστόσο, οι δικαστές έκριναν για νομοθετικές ρυθμίσεις που δεν είναι πλέον σε ισχύ κι ως εκ τούτου μικρή διαφορά υπάρχει εάν κρίνονται ετεροχρονισμένα «μη εφαρμοστέες». Με νομοθεσία του 2022 η κυβέρνηση και το υπουργείο Υγείας, χωρίς να συμμορφώνονται στις υποδείξεις όλων των ανώτατων δικαστηρίων της χώρας, εφάρμοσαν εκ νέου αναπροσαρμοσμένο μισθολόγιο για τους γιατρούς του ΕΣΥ (άρθρο 54, ν. 4999/2022) βάζοντας ξανά «φρένο» στις διεκδικήσεις τους, αφού η νομοθετική ρύθμιση αλλάζει -αλλά δεν βελτιώνει- το ισχύον μισθολόγιο.» (https://www.efsyn.gr/ellada/dikaiosyni/436486_antisyntagmatikes-oi-perikopes-misthon-se-giatroys-toy-esy

Εν τω μεταξύ «περιμένοντας τον Γκοντό», δηλαδή αέναη αναμονή μίας καλής και κυρίως χωρίς αγώνα, είδησης από το μέλλον (δικαστική απόφαση σε κάμποσα χρόνια από τώρα), μια χαρά βολικό ακούγεται για την κυβέρνηση, την οποία είναι φως-φανάρι ότι την έχουν ζώσει τα φίδια, μην μετατραπεί σε ανεξέλεγκτη κατάσταση, η λαϊκή οργή και δυσαρέσκεια που φουντώνει διαρκώς κάτω από το βάρος μίας πραγματικά αβίωτης πραγματικότητας, εξαιτίας του κόστους ζωής.

(Μερική αναδημοσίευση άρθρου από τη ΝΕΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ)

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια