Τα αμείλικτα υπαρξιακά
ερωτήματα, το πάνδημο πένθος και η βαθιά κοινωνική μελαγχολία που μετατρέπονται
σε οργή, με έναυσμα τις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις για το έγκλημα των Τεμπών.
Ποιου τα μάτια δεν βούρκωσαν; Ποιου την καρδιά δεν έσφιξε μια
σιδερένια γροθιά, με όλα όσα διαδραματίζονται τους τελευταίους μήνες, με έναυσμα
την τραγωδία της σιδηροδρομικής σύγκρουσης στα Τέμπη, κι ας έχουν περάσει δύο
χρόνια από τότε; Ποιος δεν λύγισε μπροστά στη φρίκη που προκάλεσαν πρώτα απ’
όλα στα θύματα και στις οικογένειές τους, αλλά και σε ολόκληρη την ελληνική
κοινωνία, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έχασαν τη ζωή τους από τον
εκτροχιασμό του τρένου, τη σύγκρουση και την πυρόσφαιρα που προκλήθηκε από αυτόν, δεκάδες
συνάνθρωποί μας; Κανένας θα έλεγε κάποιος και σωστά, δεν θα μπορούσε να μείνει
απαθής απέναντι σε αυτή την τραγωδία. Εκτός βέβαια από αυτούς που γνωρίζουν
μέσα τους, ακόμη και αν δεν το ομολογούν, ότι φέρουν μέρος της ευθύνης με τις
πράξεις και τις παραλείψεις τους για ό,τι αποτρόπαιο έγινε στα Τέμπη στις 28
Φλεβάρη του 2023. Αυτοί που γνωρίζουν την ευθύνη τους, πρέπει μόνο να φοβήθηκαν
από την οργή στην οποία φαίνεται να μετατρέπεται ο μέγας και ασίγαστος συλλογικός
θρήνος που εκδηλώνεται στην ελληνική κοινωνία. Φόβος γιατί ο θρήνος αυτός συνδέει
τους ανθρώπους μεταξύ τους με ένα τρόπο απειλητικό για την εξουσία τους και τις
προσόδους που αυτή αποφέρει, τα οποία είναι και το μόνο που πραγματικά τους
ενδιαφέρει.
Πάνδημο πένθος και μελαγχολία, ατομική και συλλογική
Ένα αγαλήνευτο πάνδημο πένθος έχει γραπώσει τη ψυχή και τη
διάνοια όλης της κοινωνίας, η οποία δεν κατευνάζεται ούτε με τις πομφόλυγες των
επαίσχυντων πολιτικάντηδων της Βουλής και της Κυβέρνησης, ούτε με τις αποξενωμένες
από το λαϊκό αίσθημα παραινέσεις των εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας, οι
οποίοι κωφεύουν στο παλλαϊκό αίτημα για απόδοση δικαιοσύνης από το λεγόμενο
κράτος δικαίου, συγκαλύπτουν και παραπέμπουν αναίσθητα στην παρηγορία από το
Θεό, στον άλλο κόσμο!
Η μελαγχολία, ατομική και συλλογική βαθαίνει απέναντι στη σκληρή
συνειδητοποίηση ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι όλοι με την ίδια αδυσώπητη μοίρα,
αυτή που επιφυλάχθηκε για τα θύματα των εγκλημάτων κατά της ανθρώπινης ζωής που
έχει διαπράξει ο κρατικός μηχανισμός στην υπόθεση του σιδηροδρομικού
δυστυχήματος των Τεμπών και όχι μόνο. Μας αφήνει αποσβολωμένους η
συνειδητοποίηση ότι για το αστικό κράτος, δεν είμαστε παρά αναλώσιμα
αντικείμενα στο μηχανισμό του. Ένα σύστημα που έχει θέσει στο κέντρο του την
αέναη κερδοφορία μίας ολιγαρχίας εκμεταλλευτών και όχι όπως θα έπρεπε, την
αξιοβίωτη ύπαρξη του ανθρώπου σε αρμονία με το φυσικό περιβάλλον. Μία κοινωνία που
βρίσκεται σε οδυνηρή συνειδητοποίηση της τύχης της, σε απόγνωση και απελπισία.
Εκτός και εάν κάνει κάτι γι’ αυτό. Και αυτό ακριβώς πράττει αυτή τη στιγμή ο
λαός. Θρηνεί, πενθεί, συμπάσχει, συμπονά, συνδέεται, κινητοποιείται, οργίζεται και
εξεγείρεται από κοινού, βλέποντας ότι δεν έχει καμία άλλη επιλογή, εάν θέλει να
εξακολουθήσει να υπάρχει με όρους ανθρωπινότητας. Αυτό σηματοδοτούν οι μεγαλειώδεις
συγκεντρώσεις για τα Τέμπη, οι οποίες είναι εξόχως αντικυβερνητικές, εξόχως
καταγγελτικές απέναντι και στις τρεις εξουσίες – νομοθετική, εκτελεστική,
δικαστική - και ουδόλως τελετουργικές εν είδει μνημόσυνου.
Ο πόνος για τον Άλλο
Η βίωση του πόνου είναι δυσβάσταχτη, αλλά αναγκαία προϋπόθεση για να πάρουμε μέτρα για την αποφυγή του. Διαφορετικά θα ήμασταν πάντα έρμαιά του και η ζωή μας θα ήταν τόσο οδυνηρή και γεμάτη από αυτόν, ώστε θα αποδεχόμασταν τη λήξη της το συντομότερο και όχι την παράτασή της. Η ελπίδα ότι μπορούμε να αποτρέψουμε τον πόνο μάς κινεί να παλέψουμε γι’ αυτό και να παραμείνουμε στη ζωή. Σε αυτό τον αέναο αγώνα κατά του πόνου βασίζεται η ανθρώπινη πρόοδος. Αυτός ο αέναος αγώνας είναι στην ουσία ο σκοπός της ζωής. Σκοπός της ζωής είναι η ζωή, αρκεί αυτή να μην είναι βυθισμένη στον πόνο. Σκοπός της ζωής είναι το ζην και για την ακρίβεια το ευ ζην.
Και καταλήγει να μην είναι ο πόνος ατομική υπόθεση καθενός,
ούτε η συμπόνια και η συμπάθεια (και η αλληλεγγύη ως αποτέλεσμά τους) μία
ρομαντική, ιδεαλιστική διδασκαλία αλτρουισμού. Η συμπόνια και η συμπάθεια είναι
το δίδαγμα της προαιώνιας ανθρώπινης εμπειρίας που συμπυκνώθηκε σε σοφία,
ενδεδυμένο κατά καιρούς και σε κάποιες περιπτώσεις, από μυστικιστικές,
θρησκευτικές δοξασίες που διδάσκουν την Αγάπη. Όταν συμπονάμε – η ενσυναίσθηση όπως είναι μία
άλλη σύγχρονη λέξη γι’ αυτή την ανθρώπινη συναισθηματική και διανοητική κατάσταση
– δεν πονάμε μόνο για όποια συμφορά βρήκε το συνάνθρωπό μας. Από λύπηση προς
εκείνον για τα δικά του δεινά. Ένα μέρος του πόνου μας οφείλεται στη
συνειδητοποίηση που μας προκαλεί τρόμο ότι στο μέλλον, στην πορεία του χρόνου,
εμείς θα βρεθούμε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην ίδια θέση με τον συνάνθρωπο
που τώρα θρηνούμε για τη δική του τύχη. Η συμπόνια, η συμπάθεια (από το
συμπάσχω), ο πόνος του άλλου, εάν είμαστε σε θέση να τον βιώσουμε, είναι μία
ψυχική κατάσταση που σώζει τελικά εμάς, ως συμπάσχοντες. Εάν ήμασταν απαθείς
και αναίσθητοι στο οδυνηρό βίωμα του άλλου, δεν θα μπορούσαμε ως άνθρωποι να
διδαχτούμε από αυτό. Δεν θα θέταμε τον εαυτό μας ατομικά, ούτε ως κοινωνία, στη
διαδικασία να παλέψουμε για να προγνώσουμε και να αποτρέψουμε τον πόνο και τις
αιτίες του. Χωρίς τη συμπόνια και τη συμπάθεια δεν θα γνωρίζαμε τον πόνο, παρά
μόνο όταν αυτός θα έβρισκε εμάς προσωπικά, ατομικά. Δεν συμβαίνει όμως αυτό και
ίσως είναι αυτά που τελικά διασώζουν και τη ζωή συνολικά από την απειλή της
λήξης της. Η συμπόνια και η συμπάθεια. Εάν δεν ήμασταν φτιαγμένοι για να
συμμεριζόμαστε τον πόνο του άλλου, ούτε καν για το ίδιο το παιδί μας δεν θα
πονούσαμε, εάν υπέφερε. Όταν διαταράσσεται αυτό το μέγα αξίωμα της ζωής, τότε ο
πόνος και ο θάνατος, δηλαδή η λήξη της ζωής, συντρίβουν την ύπαρξη.
Γεγονός είναι ότι η ανθρώπινη κοινωνία, όσο κι αν φαίνεται να
έχει διανύσει μεγάλη πορεία προς την πρόοδο κάθε είδους, βρίσκεται ακόμα υποταγμένη και
ανελεύθερη από την πηγή των κακών που της προξενούν και τον πόνο εν ζωή και το θάνατο.
(Μη εννοώντας την αναπόδραστη λήξη του βιολογικού κύκλου μας ή την πραγματικά
ατυχή σύμπτωση μίας βίαιης διακοπής του). Και είναι αυτή η πηγή πόνου και
θανάτου, ο στρεβλός τρόπος που είναι οργανωμένη η κοινωνία μας με το
εκμεταλλευτικό σύστημα να την κυβερνά. Ένα σύστημα που έχει σκοπό όχι την
ευημερία της συνολικά, αλλά την ατομική ευημερία των ιδιοκτητών των μέσων
παραγωγής και εκμεταλλευτών συνάμα των ανθρώπων ως αναλώσιμων πόρων της. Μέχρι
του σημείου μάλιστα, οι άνθρωποι να γίνονται ιδιοκτήτες ανθρώπων, να γίνονται
ιδιοκτήτες δηλαδή ανθρώπινων ζωών, όπως είναι ιδιοκτήτες ζώων. Και ακόμα και τώρα,
την εποχή των ασύλληπτων τεχνολογικών κατακτήσεων και επιτευγμάτων, έχουν στα
θεμέλια τους θυσιασμένα και τον πόνο και τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων, που
εξακολουθούν να υφίστανται αδυσώπητη εκμετάλλευση και να αποτελούν ακόμα και
αντικείμενο ιδιοκτησίας άλλων ανθρώπων, μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα.
Ο Μεγάλος Θυμός
Αυτός είναι λοιπόν ο Μεγάλος Θυμός που βιώνει η σύγχρονη
ελληνική (και όχι μόνο) κοινωνία. Συλλογικός Θυμός για τη συνειδητοποίηση του
υποβιβασμού της σε αντικείμενο προς εκμετάλλευση, πυροδοτούμενος από ένα
ασίγαστο πάνδημο πένθος για τα θύματα των Τεμπών. Πένθος το οποίο ανασύρει από
τη μνήμη κάθε απωθημένο τραύμα από τις αλλεπάλληλες συγκλονιστικές καταστροφές
που έχει ζήσει ο λαός τα τελευταία χρόνια σε κάθε επίπεδο, με αποκορύφωμα την
απώλεια της ζωής. Και έχουν υπαίτιο πάντα το ίδιο ανάλγητο και εχθρικό προς τον
Άνθρωπο, κράτος-επιχείρηση. Το νεοφιλελεύθερο κράτος που έχει θέσει στον αξιακό
πυρήνα του όχι τον άνθρωπο, αλλά το ισοζύγιο κόστους-οφέλους (ποιου αλήθεια;)
σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής και δραστηριότητας. Λες και
συγκροτήθηκαν οι κοινωνίες για να αποφέρουν κέρδη στους ιδιοκτήτες του κόσμου
και όχι για να προστατεύονται οι άνθρωποι από τον πόνο και το θάνατο και να
είναι ασφαλείς στο μέτρο που μπορεί να τους παρέχει η πρόοδος της ανθρώπινης
γνώσης. Να ζουν δηλαδή ευτυχισμένοι με τη
βοήθεια της επιστημονικής γνώσης, την πρόγνωση και την πρόληψη από τον πόνο και
το θάνατο που προκαλούν η αμορφωσιά, η αγραμματοσύνη, ο σκοταδισμός, οι
δεισιδαιμονίες, οι προλήψεις και οι προκαταλήψεις, η υστέρηση, οι αρρώστιες, οι
πανδημίες, οι πυρκαγιές, οι πλημμύρες, τα εργατικά «ατυχήματα», η έλλειψη μέτρων
υγιεινής και ασφάλειας παντού, στην εργασία, στις βιομηχανίες, στις συγκοινωνίες,
στην οδική κυκλοφορία, σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης και οικονομικής
δραστηριότητας. Και από το μακρύ κατάλογο των ανθρώπινων συμφορών που δεν έχει
τελειωμό δεν μπορεί να παραλειφθεί η Συμφορά των Συμφορών, ο Πόλεμος, τον οποίο
βλέπουμε να σφίγγει όλο και πιο πολύ τον κλοιό του γύρω από τον Άνθρωπο και τον
κόσμο. Και είναι ο καπιταλισμός και οι απάνθρωπες πολιτικές που χαράσσουν οι
κυβερνήσεις του η αιτία για όλες τις συμφορές που βρίσκουν τον άνθρωπο!
Η προσωπική οδύνη και η πεποίθηση για τις ανθρώπινες δυνατότητες
Αυτά τα λίγα λόγια για τον ανθρώπινο πόνο είναι γραμμένα με
τη πιο βαθιά ταπεινότητα. Σε μια στιγμή της ζωής μου που ο συλλογικός πόνος για
ό,τι τραγικό μας συμβαίνει, πόνος στον οποίο συμμετείχα και συμμετέχω ως μέλος
της κοινωνίας, συμπάσχοντας και συμπονώντας, συνέπεσε με την ανείπωτη, την πιο σκληρή από τις
σκληρές, προσωπική οδύνη με την οποία με έφερε αντιμέτωπη η ζωή. Της απώλειας
σε τροχαίο δυστύχημα του αγαπημένου μου παιδιού. Σε μία στιγμή που η ανάγκη να
παρηγορηθώ, είναι εξίσου ισχυρή με την ανάγκη να παρηγορήσω όλους όσοι πόνεσαν
το ίδιο και πιο πολύ από εμένα, χάνοντας με τον τρόπο που γνωρίζουμε, τα παιδιά
τους, τους ανθρώπους τους στα Τέμπη. Γιατί είναι παρηγορητικό να έχει πειστεί
κάποιος ότι ένας κόσμος χωρίς οδύνη, χωρίς πόνο είναι δυνατός για τον άνθρωπο
σε αυτή τη γη, σε αυτή και όχι σε μία άλλη ζωή. Γιατί είναι παρηγορητικό για
τον άνθρωπο να έχει πειστεί ότι μπορεί - και έχει αποδειχτεί αυτό από όσα
κατάφερε μέσα στους αιώνες ο άνθρωπος αγωνιζόμενος – ο ίδιος να αφαιρέσει τον
πόνο από τη ζωή του. Γιατί είναι ανάγκη για εμάς που διαβάζουμε (επειδή είμαστε
ζωντανοί) αυτές τις γραμμές, να πειστούμε ότι μπορούμε να αφαιρέσουμε τον πόνο
και την οδύνη από τη ζωή μας. Τον πόνο που νιώσαμε επειδή νιώσαμε συμπόνια και συμπάθεια στους
συγγενείς των θυμάτων στα Τέμπη, στο Μάτι πιο πριν, στη Μάνδρα και παντού σε
κάθε ανθρώπινη συμφορά. Σε αυτή τη γωνιά της γης και σε κάθε άλλη. Από την
Παλαιστίνη ως την Ουκρανία και ακόμα πιο πέρα. Γιατί είναι ανάγκη για εμάς που
διαβάζουμε αυτές τις γραμμές (επειδή είμαστε ζωντανοί και έχουμε συνείδηση του
πόνου), να πειστούμε ότι κάτι υπάρχει που μπορούμε να κάνουμε, για να μη χάσει
ξανά άνθρωπος τη ζωή του, με τον τρόπο που την έχασε – για να μιλήσω για τον
προσωπικό μου πόνο - το αγαπημένο μου παιδί στο κέντρο της απάνθρωπης πόλης που
ζούμε. Σε ένα τροχαίο που θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί, εάν ο νόμος τους
κέρδους δεν διαφέντευε τις ζωές μας. Ο νόμος που ανέχεται την εγκληματική
αμέλεια στα τροχαία που προκαλούν πόνο και θάνατο, που μετατρέπει την πόλη που
ζούμε σε μία ζούγκλα παραδομένη στα τροχοφόρα, με ελεεινές και τρισάθλιες
δημόσιες συγκοινωνίες, χωρίς δρόμους για τα παιδιά, τους πεζούς, τους
ποδηλάτες, χωρίς κυκλοφοριακή αγωγή, χωρίς οδική ασφάλεια, χωρίς καν
τροχονόμους για να ρυθμίζουν την κυκλοφοριακή συμφόρηση…
Μαργαρίτα Κουτσανέλλου
ΥΓ: Το άρθρο έχει δημοσιευθεί στο έντυπο φύλο της ΝΕΑΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗΣ Νο 5/26.03.2025. Αναδημοσιεύω στο μπλογκ του Συλλόγου ως ανταπόδοση στην τεράστια συμπαράσταση που έλαβα και λαμβάνω από τους συναδέλφους μου και όλους τους συνανθρώπους στον εργασιακό μου περίγυρο, οι οποίοι μαζί με όλους τους άλλους, από την οικογένεια, τους φίλους τους δικούς μου και του παιδιού μου, μου προκάλεσαν τις σκέψεις σχετικά με τη συμπόνια και τη συμπάθεια. Η μάστιγα των τροχαίων εγκλημάτων αφορά όλους μας και δεν είναι κανείς αμέτοχος, πολύ περισσότερο το κράτος για συγκεκριμένους λόγους, στην ευθύνη.
0 Σχόλια
ΣΧΟΛΙΑ